- κλειτῶν
- κλεῖτοςneut gen pl (attic epic doric)κλειτόςrenownedfem gen plκλειτόςrenownedmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κλείτων — (5ος αι. π.Χ.). Γλύπτης. Είναι γνωστός μόνο από τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα. Στο έργο αυτό ο Σωκράτης, με τον οποίο εμφανίζεται να συνδιαλέγεται, προσπαθεί να τον πείσει ότι ο καλλιτέχνης που φιλοτεχνεί αγάλματα αθλητών, για να δημιουργήσει… … Dictionary of Greek
Κλειτῶν — Κλείτη fem gen pl Κλειτή fem gen pl Κλειτός renowned masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κλείτων — Κλεί̱των , Κλεῖτος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)